Search
Close this search box.

Ένα πορτρέτο που μας φτάνει στο σκληρό σήμερα

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, ουσιαστικά κάθε άρθρο που είχα γράψει ήταν και μια ιστορία
που κανείς δεν είχε ξαναπεί: περνούσα σχεδόν το μισό μου χρόνο εκτός Μόσχας, ταξιδεύοντας σε περιοχές συρράξεων και χρυσωρυχεία, σε ορφανοτροφεία και πανεπιστήμια, σε εγκαταλελειμμένα χωριά και ραγδαία αναπτυσσόμενες πετρελαϊκές πόλεις, γράφοντας την ιστορία τους. Το περιοδικό, που το χρηματοδοτούσε ο ίδιος μεγιστάνας που χρηματοδοτούσε και το Έχο Μοσκβί, με αντάμειβε με το να μη θέτει ποτέ υπό αμφισβήτηση το πολυδάπανο ταξιδιωτικό μου πρόγραμμα και αναφέροντας συχνά τις ιστορίες μου στο εξώφυλλο.


Με άλλα λόγια, ήμουν από εκείνους τους νέους ανθρώπους που στη δεκαετία του 1990 είχαν κερδίσει τα πάντα.
Πολλοί άλλοι, μεγαλύτεροι ή μικρότεροι από μένα, είχαν πληρώσει ακριβά το μεταβατικό στάδιο. Η παλιότερη γενιά
είχε χάσει τις οικονομίες της από τον υπερπληθωρισμό και την ταυτότητά της από την ολοφάνερη καταστροφή όλων των σοβιετικών θεσμών. Η νεότερη γενιά μεγάλωνε στη σκιά του φόβου και, συχνά, της αποτυχίας των γονιών της.


Εγώ όμως ήμουν είκοσι τεσσάρων χρονών όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση και μαζί με τους συνομηλίκους μου
είχαμε περάσει τη δεκαετία του 1990 εφευρίσκοντας τη σταδιοδρομία μας κι αυτά που θεωρούσαμε συνήθειες και
θεσμούς μιας νέας κοινωνίας. Παρ’ όλο που στη Ρωσία το βίαιο έγκλημα έδειχνε να γίνεται ενδημικό, εμείς νιώθαμε
ασφαλείς κατά έναν παράδοξο τρόπο: παρατηρούσαμε και πότε πότε περιγράφαμε τον εγκληματικό υπόκοσμο χωρίς ποτέ να νιώθουμε πως θα μπορούσε να επηρεάσει τη ζωή μας. Επιπλέον, ήμουν βέβαιη πως τα πράγματα μόνο προς το καλύτερο θα μπορούσαν να πάνε.

Πρόσφατα είχα αγοράσει ένα ερειπωμένο παλιό διαμέρισμα κοινοβιακού τύπου, από τη σοβιετική εποχή, στην καρδιά της Μόσχας και τώρα το ανακαίνιζα προτού εγκαταλείψω το διαμέρισμα που νοίκιαζα μαζί με την Κέιτ, μια Βρετανίδα συντάκτρια που δούλευε σ’ ένα έντυπο της πετρελαϊκής βιομηχανίας. Έβλεπα τον εαυτό μου να ξεκινάει οικογένεια σ’ εκείνο το καινούριο διαμέρισμα. Κι εκείνο το συγκεκριμένο Σάββατο, είχα ραντεβού με τον εργολάβο για να διαλέξουμε είδη μπάνιου.


Η Κέιτ έδειξε το ραδιοκασετοφωνο σαν να ήταν πηγή τοξικών ουσιών και με κοίταξε ερωτηματικά. Η Γκαλίνα Σταροβόιτοβα, το όνομα της οποίας έλεγε και ξανάλεγε ο εκφωνητής, ήταν μέλος της Kάτω Bουλής, μια από τις
γνωστότερες πολιτικούς της Ρωσίας και φίλη μου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν η αυτοκρατορία παράπαιε στο χείλος της καταστροφής, η Σταροβόιτοβα, εθνογράφος στο επάγγελμα, έγινε ακτιβίστρια υπέρ της δημοκρατίας και η πιο εξέχουσα εκπρόσωπος του λαού του Ναγκόρνο Καραμπάχ, αρμενικού θύλακα στο Αζερμπαϊτζάν, ο οποίος ήταν τότε βυθισμένος στην πρώτη από τις πολλές εθνοτικές συγκρούσεις που έμελλε να σημαδέψουν τη διάλυση του ανατολικού μπλοκ.

Η εμφάνισή της στο προσκήνιο, όπως και άλλων ακαδημαϊκών και πολιτικών, είχε γίνει αστραπιαία. Παρ’ όλο που από μωρό ζούσε στο Λένινγκραντ, ο λαός της Αρμενίας την είχε επιλέξει για να τον εκπροσωπήσει στο πρώτο σχεδόν δημοκρατικά εκλεγμένο Ανώτατο Σοβιέτ και είχε καταλάβει το αξίωμα το 1989 με συντριπτική πλειοψηφία. Στο Ανώτατο Σοβιέτ έγινε αρχηγός της Διαπεριφερειακής Ομάδας, μιας φιλοδημοκρατικής παράταξης στην ηγεσία της οποίας περιλαμβάνονταν επίσης ο Αντρέι Σάχαροφ και ο Μπορίς Γέλτσιν.

Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο

Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο άνθρωπος δίχως πρόσωπο

Συγγραφέας Gessen Masha Εκδόσεις Πατάκη

Photo cover:pixabay.com/Victoria_Borodinova/putin

Διαβάστε επίσης:

Share:

The New You

Στοιχεία Επικοινωνίας

Βρείτε μας στα Social Media:

Αφήστε μας ένα μήνυμα