Τι θα πουν οι γείτονες, ρωτάει η ηρωίδα. Τη σηκώνει αγκαλιά, οι γείτονες είναι νεκροί, της λέει. Αντρζέι Ζουλάφσκι. Πολωνικός εξπρεσιονισμός, κάμερα στην άσφαλτο και σέρνεται. Ψηλός, μαυροντυμένος ήρωας. Την έχει αγκαλιά, τη στροβιλίζει. Δεν ζαλίζεται. Οι γείτονες μαζεύουν υπογραφές να διώξουν τη μετανάστρια από το υπόγειο. Οι γείτονες έχουν ενσωματωμένες γρίλιες στα μάτια. Ενεδρεύουν. Καιροφυλακτούν. Οι γείτονες διεκδικούν συνελεύσεις για λάμπες διαδρόμου και μυοκτονίες. Η ηρωίδα του αγαπημένου της βιβλίου απορούσε. Γιατί ο πατέρας της σε κείνο το ναυάγιο αφέθηκε να πνιγεί. Γιατί δεν έτρεξε με όσους συνωθούνταν προς τις βάρκες. Χρόνια αργότερα κατάλαβε. Ο πατέρας δεν ήθελε κανενός είδους γειτνίαση με άξεστο κόσμο που δέρνει και στριμώχνεται. Από τη γειτνίαση, από την κοινή βάρκα, προτιμούσε τη γλυκιά, μπλε ανυπαρξία. Γείτονες-πεθερές. Έχουν μάτια παντού. Κάτω από το κρεβάτι. Πίσω από τον καναπέ. Περνάνε παχουλούς αντίχειρες πάνω σου, κοιτάζουν το δάχτυλό τους. Ίχνη σκόνης.
Κοινή γνώμη, κοινό γούστο. Προβλέψιμο. Γειτονικό. Με την κοινή γνώμη τα πράγματα έχουν μόνο ένα δρόμο: Ή θα τη θάψεις ή θα σε θάψει αυτή. Πρόλαβα
Απαράδεκτο, νύφη μου. Εχρεώθητε. Κοινή γνώμη. Το λέει από μόνη της. Κοινή. Για χατίρι της οι κοινοί δεινόσαυροι, έδωσαν τις πιο ανέμπνευστες συνεντεύξεις. Για χατίρι της έγραψαν τα χειρότερα βιβλία. (Μην περιμένεις Χειμωνά, στη μπίζνες κλας του κοινού γούστου.) Άσε την κουτή σου κιθαρίτσα, φίλε, καμιά έγνοια, φίλε. Θα αρέσει το τραγούδι σου. Αφού γι’ αυτούς γράφτηκε. Για τους χειρότερους του κόσμου. Κλεισμένος μήνες στο ξενοδοχείο Ο Ερυθρός Αστήρ ο Τσαϊκόφσκι μου, μεριμνούσε. Πώς θα σκοτώσει την κοινή γνώμη, πώς θα απαλείψει τα γούστα της. Ο Πεντερέτσκι μου. Ο Τόμας Μπέρνχαρντ μου. Εξόργισε τους χοντρούς μικροαστούς, πέλμα ελέφαντα τα έργα του πάνω στα διεσταλμένα στομάχια τους. Μέχρι που διώχτηκε από την Αυστρία.
Οι άνθρωποι που αγαπώ έχουν πάρει διαζύγιο από την κοινή γνώμη. Κοινή γνώμη, κοινό γούστο. Προβλέψιμο. Γειτονικό. Με την κοινή γνώμη τα πράγματα έχουν μόνο ένα δρόμο: Ή θα τη θάψεις ή θα σε θάψει αυτή. Πρόλαβα. Της έφτιαξα έναν ωραίο τάφο, απέριττο. Αν μπορούσατε να τον δείτε θα δακρύζατε. Λευκό μάρμαρο, λειασμένο από σάλια προφητών και από γαβγίσματα μεσσιανικών παραφρόνων. Με ενσωματωμένες μικρές μέδουσες τριγύρω. Κάθισα πάνω μετά. Πένθιμο σταυροπόδι. Μαύρο κομπινεζόν, ξυπόλυτη, τα πόδια γυμνά, τα νύχια κόκκινα. Αναμνηστική φωτογραφία. Η κοινή γνώμη θαμμένη για πάντα, από πάνω η ταφόπλακα. Πιο πάνω εγώ. Με ένα ποτήρι ντράι μαρτίνι στο χέρι. Για το ξόδι. Άνθρωπος ευγενών προθέσεων, μη με βλέπετε έτσι, περνάω πού και πού τα ψυχοσάββατα. Ένα μπουκέτο παπαρούνες, της λέω…Παλιά ακριβή μου. Τετιμημένη μου για χρόνια. Αυτό το φονικό θα το γλιτώναμε. Αν δεν σε είχα αγαπήσει, έστω και γι’ αυτό το μικρό διάστημα που σε αγάπησα. Αν δεν σε είχα υπηρετήσει. Έστω και γι’ αυτό το λίγο. Αν δεν σου είχα υποταχτεί, έστω στα ψέματα.
Όμως, μια τι θα πει ο κόσμος, δυο τι θα πει ο κόσμος, τρεις τι θα πει ο κόσμος, χίλιες τι θα πει ο κόσμος – στη χιλιάδα πάνω σε σκότωσα. Μπορούσα να σε είχα αγνοήσει -όπως και το έκανα μέχρι τα τριάντα τόσα μου. Χίλιες φορές πιο νεκρή εσύ για μένα μέχρι τότε. Αλλά κουράστηκα από τις απανωτές εκστρατείες. Είπα να γίνω σαν τους πολλούς. Να κατακτά τον κόσμο καρφώνοντας βελάκια πάνω στα απάτητα του χάρτη. Σου υποτάχτηκα. Για λίγο. Μετά, πάλι «οι γείτονες είναι νεκροί, ο κόσμος είναι νεκρός». Δίχως γείτονες και κόσμο, άκυρη εσύ, δεν υπάρχεις. Σε σκότωσα για να σε απαλλάξω. Από τον πόθο σου, τη λύσσα σου να με έχεις. Καλά ξεκίνησα, δίχως εσένα παιδί που, ντυνόταν μαύρος γάτος για να παίξει τον άγγελο στη χριστουγεννιάτικη γιορτή. Ξύλο. Μετά πάλι Χριστούγεννα. Πάλι αποκριάτικη στολή, Άγγελος γάτος που σέρνεται δίπλα στην Παναγία και το βρέφος, νιαουρίζοντας απαίσια. Γιατί έτσι ήθελα. Γάτος. Τριάντα χρόνια, ίδια διανομή, άλλες στολές. Γιατί έτσι ήθελα. Και ξαφνικά κούραση μεγάλη. Το μακρύ χέρι σου έψαχνε να με ξετρυπώσει από καιρό. Είπα τότε να σου κάτσω. Με ζήλο υπερβάλλοντα. Για λίγο. Τι θυμώνεις, νεκρή. Ξαναντύθηκα γάτος. Βγαίνω.
Μαλβίνα Κάραλαη, «Σαββατογεννημένη», απόσπασμα
Photo cover:pixabay.com/Gordon Johnson
Διαβάστε επίσης: