Το όνομά του είναι από τα πιο γνωστά στη χώρα. Μάλιστα, σχεδόν όλοι – ακόμα και οι νεότερες γενιές – τον γνωρίζουν απλά ως… Φίνος Φιλμ. Ο λόγος για τον Φιλοποίμηνα Φίνο, τον «πατριάρχη» του ελληνικού κινηματογράφου, καθώς ήταν εκείνος που έμαθε το σινεμά στο κοινό, το οποίο υπηρέτησε με σεβασμό και πρωτόγνωρο πάθος.
Και αν το όνομα του είναι γνωστό τους πάσι, λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τη ζωή του. Ποιος ήταν, λοιπόν, ο Φιλοποίμην Φίνος, εκτός από «γεννήτορας» του ελληνικού κινηματογράφου;
Τα πρώτα χρόνια
Ο Φιλοποίμην Φίνος γεννήθηκε το 1908 στην Τιθορέα Λοκρίδος σε οικογένεια της «καλής κοινωνίας»: ο πατέρας του ήταν γιατρός και αθεράπευτα ερωτευμένος με τον κινηματογράφο. Μάλιστα, όταν η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, πρώτο μέλημα του πατέρα Φίνου ήταν να ανοίξει τη δική του κινηματογραφική αίθουσα, το «Αλκαζάρ», στον Σταθμό Λαρίσης.
Εκεί μεγαλώνει ο μικρός Φιλοποίμην και μοιραία ερωτεύτηκε κι εκείνος τον κινηματογράφο. Όταν ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Νομική, αποφάσισε να μην ασκήσει ποτέ το επάγγελμα του δικηγόρου, αλλά να ασχοληθεί με αυτό που αγαπούσε, το σινεμά. Έτσι, αναλαμβάνει τη διαχείριση της κινηματογραφικής αίθουσας και γράφει ιστορία από νωρίς: είναι ο πρώτος αιθουσάρχης θερινού σινεμά στον κόσμο που παίζει ταινία του νεότευκτου ομιλούντος κινηματογράφου το 1930!
Η καθοριστική στιγμή έρχεται το 1939, όταν ο Φίνος θα πάρει το ρίσκο της ζωής του: πουλά όλο του το βιός για να ιδρύσει τα «Ελληνικά Κινηματογραφικά Στούντιο» ενώ το 1940 κάνει το ντεμπούτο του ως σκηνοθέτης με την ταινία «Το τραγούδι του χωρισμού» και πρωταγωνιστικό δίδυμο τους Λάμπρο Κωνσταντάρα και Λήδα Μιράντα. Με τη σκηνοθεσία ωστόσο δεν θα ασχοληθεί ξανά, καθώς αποφασίζει να αφιερωθεί στο σινεμά από το πόστο του παραγωγού.
Έτσι, ξεκίνησαν όλα…
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος θα αφήσει το σημάδι του τόσο στην προσωπική όσο και την επαγγελματική του ζωή: ο πατέρας του εκτελείται από τους Ναζί και τα κινηματογραφικά του στούντιο λεηλατούνται. Ο ίδιος συλλαμβάνεται και τα «Επίκαιρα» που γύριζε κατάσχονται και καταστρέφονται.
Ο Φίνος, όμως, δεν το βάζει κάτω και μέσα στην Κατοχή, ιδρύει τον Μάρτιο του 1943 τη Φίνος Φιλμ (Finos Film). Η πρώτη ταινία της νεοϊδρυθείσας εταιρείας είναι «Η φωνή της καρδιάς» (1943), με πρωταγωνιστή τον κορυφαίο ηθοποιό Αιμίλιο Βεάκη και τον Δημήτρη Χορν. Τον Ιανουάριο του 1944, ο Φίνος συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς με την κατηγορία ότι συμμετείχε στην Αντίσταση. Αφού πέρασε 4 μήνες στη φυλακή, αφέθηκε τελικά ελεύθερος, αλλά ο πατέρας του οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα. Η μέρα της σύλληψής του τον βρήκε στο πλατό, όπου γύριζε τη «Βίλα με τα νούφαρα», η οποία και θα ολοκληρωθεί τελικά μετά την απελευθέρωση.
Το 1957, ο Φίνος αλλάζει την έδρα της εταιρίας του και βάζει πλώρη για πιο φιλόδοξες παραγωγές. Μέχρι το 1960, το μικρό κινηματογραφικό στούντιο θα γινόταν εταιρία θαυμάτων! Οι επιτυχίες διαδέχονται η μία την άλλη, με ταινίες που γράφουν ιστορία. «Το Σωφεράκι», «Η Ωραία των Αθηνών», «Λατέρνα φτώχεια και φιλότιμο», «Λατέρνα φτώχεια και γαρύφαλλο» (το πρώτο μάλιστα σίκουελ του ελληνικού σινεμά!), «Μια ζωή την έχουμε», είναι κάποιες από τις ταινίες της Φίνος που γνωρίζουν εισπρακτική επιτυχία.
Η «χρυσή» εποχή του Φίνου
Ο Φίνος γιγαντώνεται και τα επόμενα χρόνια, θα βγάλει στο “πανί” μεγάλα ονόματα του παλιού ελληνικού κινηματογράφου: Αλίκη Βουγιουκλάκη, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Δημήτρης Χορν, Ρένα Βλαχοπούλου, Ντίνος Ηλιόπουλος, Τζένη Καρέζη, Αλέκος Αλεξανδράκης, Μάνος Κατράκης, Γεωργία Βασιλειάδου, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Νίκος Κούρκουλος, Σαπφώ Νοταρά, Λάμπρος Κωνσταντάρας, Ζωή Λάσκαρη, Βασίλης Αυλωνίτης, Βασίλης Διαμαντόπουλος, Ειρήνη Παπά, Θανάσης Βέγγος, Κώστας Βουτσάς, Κώστας Χατζηχρήστος και πόσοι ακόμα τεράστιοι ηθοποιοί, με τη λίστα να μην έχει τελειωμό.
Ο ελληνικός κινηματογράφος με τη σημαντική συμβολή του Φίνου περνάει στη “χρυσή” εποχή του, στέλνοντας κατά χιλιάδες τον κόσμο στις αίθουσες, μιας και το σινεμά τις δύσκολες εκείνες εποχές, αποτελούσε για εκείνους μια διέξοδο από τα προβλήματα.
Οι αστέρες της εποχής, τους περισσότερους εκ των οποίων ανακάλυψε ή ανέδειξε ο ίδιος και θεωρούσε “παιδιά” του, πρωταγωνιστούν στις παραγωγές του. Ωστόσο, ο Φίνος έχει σημαντική συνεισφορά και στον τομέα της κινηματογραφικής μουσικής. Είχε καταλάβει καλά τη σημασία της πρωτότυπης μουσικής για το σινεμά, γι’ αυτό και επιστράτευσε τους κορυφαίους μουσικούς της εποχής να “ντύσουν” μουσικά τις ταινίες του. Ο Μίμης Πλέσσας αποτέλεσε έναν από τους σταθερούς συνεργάτες του, καθώς υπογράφει τη μουσική σε 112 ταινίες!
Η δεκαετία του ’60, ήταν “χρυσή” για τον Φίνο και τον κινηματογράφο. Δε συνέβη, όμως το ίδιο με την επόμενη δεκαετία που το κλίμα άλλαξε. Η μεγάλη ακμή δίνει τη θέση της σε έναν άνισο αγώνα για επιβίωση. Και όταν μπήκε στη ζωή του κόσμου και η τηλεόραση, ο αγώνας έγινε ακόμα πιο δύσκολος, με τον κινηματογράφο να βρίσκεται σε μία μη αναστρέψιμη πτώση.
Ο Φίνος αρνείται πεισματικά να δουλέψει για τη μικρή οθόνη, δηλώντας “αιώνια” πιστός στον κινηματογράφο. Οι σκοτεινές αίθουσες ερημώνουν, οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους και η Φίνος «αιμορραγεί» οικονομικά, με τον «καπετάνιο» ωστόσο να μη θέλει να εγκαταλείψει το καράβι. Η
αυλαία της ήδη χρεοκοπημένης Φίνος Φιλμ θα πέσει οριστικά τη σεζόν 1976-1977 με την ταινία «O κυρ Γιώργης εκπαιδεύεται». Eίναι το τέλος της Φίνος και μαζί της το τέλος της επαγγελματικής σταδιοδρομίας του Φίνου, μιας πορείας που ταυτίστηκε με τα έργα και τις ημέρες του ελληνικού σινεμά.
Το τέλος του Φίνου
Ο Φιλοποίμην Φίνος διαγνώστηκε με καρκίνο το 1969, αλλά πεισματάρης καθώς ήταν, δεν το έβαλε κάτω, βρίσκοντας «γιατρειά» στον κινηματογράφο. Μετά το λουκέτο της Φίνος, ξεκινάει για εκείνον και η αντίστροφη μέτρηση. Ο «πατριάρχης» του ελληνικού κινηματογράφου αφήνει την τελευταία του πνοή στις 26 Iανουαρίου 1977, σκορπώντας πανελλήνια θλίψη.
Στην προσωπική του ζωή, ήταν παντρεμένος με την Τζέλλα Φίνου. Παντρεύτηκαν το 1947 στο σπίτι της μητέρας του – επιτρεπόταν τότε – μουτζουρωμένος και αλαφιασμένος από τη δουλειά. Ήταν ζευγάρι από λίγο πριν τον πόλεμο, ενώ κουμπάρος τους ήταν ο φίλος του Φίνου και αγαπημένος του συνεργάτης, Αλέκος Σακελάριος. Η Τζέλλα ήταν το απόλυτο στήριγμα του Φιλοποίμενα, παρά το γεγονός ότι στερήθηκε ανέσεις, πολυτέλειες και ψυχαγωγία. Η ίδια είχε πει «Όλη του τη ζωή την είχε δώσει και την είχε αφιερώσει στον κινηματογράφο και μόνο. Το σπίτι, η διασκέδαση, η ψυχαγωγία ήταν δεύτερο πλάνο για μας».